''Αρνούμαι ολοκληρωτικά τις κατηγορίες.
Το κατηγορητήριο είναι εντυπωσιακά αόριστο, απολύτως ξένο προς εμέ και αντίθετο ως προς όλα τα στοιχεία της δικογραφίας.
Α. ΧΡΟΝΟΣ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Η περίοδος όπου ο Μ. Χριστοφοράκος με προσέγγισε (Οκτώβριο ’98) και μέχρι την καταβολή του τελευταίου ποσού στο ταμείο του Κόμματος (Καλοκαίρι ’99), ενάμιση χρόνο μετά την υπογραφή της συμβάσεως ΟΤΕ και SIEMENS (12/1997), ήταν ανύποπτη για τα συμβαίνοντα.
Κανένας, δεν γνώριζε ούτε υποπτευόταν αν υπήρχε παρασκήνιο συμφωνιών, μεταξύ κάποιων στελεχών των διοικήσεων των δύο εταιρειών, πλην αν ήταν συμμέτοχος στις συμφωνίες αυτές. Η SIEMENS, μεγάλη πολυεθνική εταιρεία, προερχόμενη από Χώρα που η σοβαρότητά της ήταν δεδομένη, με σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα, ήταν απ’ τις εταιρείες που δραστηριοποιούνταν υπεράνω υποψίας, τότε.
Πρόσφατο ακόμη, ήταν το απαλλακτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών (685/1997), που αμετάκλητα δι’ αυτού έκρινε η Δικαιοσύνη, πως η πρώτη συμφωνία για την ψηφιοποίηση του ΟΤΕ, του έτους 1994, που δημοπρατήθηκε και κατακυρώθηκε το έτος 1992 στη SIEMENS, ήταν νόμιμη και συμφέρουσα για τον ΟΤΕ.
Θεωρώ λοιπόν, πως κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί σοβαρά πως γνώριζε κάτι περισσότερο, ως παρατηρητής της δημόσιας ζωής, όπως εγώ, που είχα την ιδιότητα του Κομματικού στελέχους και μόνον.
Β. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Έχοντας αυτές τις γενικές γνώσεις Φθινόπωρο 1998, δέχτηκα τηλέφωνο από γνωστό μου επιχειρηματία –διαφημιστή- (τον οποίο ζητώ να εξετάσετε ως μάρτυρα, για του λόγου το αληθές), ότι επιθυμεί να με επισκεφθεί ο Μ. Χριστοφοράκος, Δ/νων Σύμβουλος της SIEMENS Ελλάδος, εντελώς άγνωστός μου και σαν όνομα, μέχρι τότε.
Ο τρόπος που με προσέγγισε ο Μ. Χριστοφοράκος, ο χρόνος (οικονομική εκστρατεία του Κόμματος, για την οποία ήμουν ο κυρίως αρμόδιος), και η δημόσια επίσκεψή του, στο κομματικό μου γραφείο, από μόνα τους, είναι ικανά για την κατάρρευση του κατηγορητηρίου, που με υποπτεύεται ως μεσολαβητή μεταξύ κάποιων αγνώστων και σ’ εκείνο (κατηγορητήριο) αλλά και σ’ εμέ, στελεχών του ΟΤΕ και της SIEMENS.
Έτσι δέχθηκα τον Μ. Χριστοφοράκο σε ραντεβού που κλείστηκε υπηρεσιακά στις 20-10-1998 και ώρα 13.00 στο γραφείο μου της Χαριλάου Τρικούπη (5ος όροφος) ανάμεσα σε συναντήσεις μου με γνωστούς δημοσιογράφους (σχετ. 1, αντίγραφο φύλλου ημερολογίου συναντήσεών μου της 20-10-’98).
Η συζήτησή μας, θυμάμαι, πως ήταν γενικού πολιτικού περιεχομένου και κατέληξε απ’ τη δική του αποκλειστική πλευρά, σε έκφραση επιθυμίας της εταιρείας που εκπροσωπούσε, να συμβάλει στην ενίσχυση του κόμματος εν όψει της οικονομικής μας εξόρμησης, για το συνέδριο και τις ευρωεκλογές, δίχως να ζητήσει απολύτως κανένα αντάλλαγμα, ή να το συνδέσει με οποιαδήποτε εταιρική δραστηριότητα. Τότε δεν προσδιόρισε το ποσό.
Αποδέχτηκα την πρόταση, υποκείμενος σε μια αναγκαιότητα που επέβαλε την αποδοχή των προσφερομένων χρηματικών ενισχύσεων, -πλην αν η προέλευσή τους ήταν από ύποπτο χώρο ή παράνομες δραστηριότητες ή αν συνοδεύονταν με ανταλλάγματα – τούτο δε, γιατί κανένας προεκλογικός αγώνας δεν κόστιζε μόνο τα δηλούμενα ποσά και κανένα επίσημο βιβλίο δεν απεικόνιζε την ακριβή οικονομική κατάσταση (εισπράξεις – πληρωμές) του κόμματος. Τα επίσημα βιβλία συντάσσονταν για τον νομότυπο έλεγχο και μόνον, απ’ τη Βουλή. Ποτέ δεν ήταν επαρκή τα έσοδα για την κάλυψη των εκλογικών δαπανών και πάντοτε το Κόμμα ήταν οφειλέτης. Αυτό το πρόβλημα ήταν μόνιμο και διαχρονικό.
Σε μεταγενέστερη επίσκεψή του ο κ. Χριστοφοράκος μου μίλησε για το ακριβές ποσό (1.000.000 μάρκα).
Η δεύτερη αυτή επίσκεψή του στο γραφείο μου, έγινε στις 15-12-’98 στις 15.30. (σχετ. 2 αντίγραφο φύλλου ημερολογίου συναντήσεών μου της 15-12-’98), κατά την οποία επίσης δεν ζήτησε τίποτα.
Όσον αφορά την υπόδειξη του λογαριασμού, το πρόσωπο, στο οποίο απευθύνθηκα για να διευκολύνει την εισαγωγή του ποσού (Βίος) και για ό,τι επακολούθησε έχω αναφερθεί αναλυτικά στο από 28-6-2008 υπόμνημά μου, κατά την προκαταρκτική εξέταση, στο οποίο εμμένω και συμπληρώνω με το παρόν.
Επισημαίνω μόνον, πως απ’ τη μετέπειτα γνώση και πληροφόρησή μου, για την όλη διαδικασία εισαγωγής που ακολουθήθηκε – κατά τη γνώμη μου – η κατάτμηση του αρχικού ποσού σε μικρότερα, προκρίθηκε (από ’κείνους που ανιδιοτελώς ανέλαβαν το έργο αυτό), προκειμένου να μην προκληθούν ενδοτραπεζικοί έλεγχοι, που θα προκαλούνταν με βεβαιότητα αν το ποσό εισερχόταν ακέραιο. Δεν νομίζω πως υπήρξε άλλη σκοπιμότητα.
Διευκρινίζω και στο παρόν, ότι ουδεμία γνώση ή άλλη ευθύνη είχαν, τα πρόσωπα που διευκόλυναν την εισαγωγή του ποσού.
Γ. ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ
Μετά την αποκάλυψη των γεγονότων επίσημη θέση του Κόμματός μου υπήρξε πως ΄΄απ’ τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία δεν προκύπτει η κατάθεση του ποσού στο ταμείο΄΄.
Αυτό είναι αληθές.
Ούτε και θα μπορούσε να προκύπτει απ’ τα επίσημα βιβλία.
Είναι γνωστό στους ΄΄παροικούντες στην Ιερουσαλήμ΄΄ πως άλλη η εικόνα των βιβλίων και άλλη η πραγματικότητα του ταμείου.
Η νέα ηγεσία όμως του Κόμματος, όφειλε να ζητήσει τ’ ανεπίσημα στοιχεία της αντίστοιχης περιόδου και να μιλήσει καθαρά με τα πρόσωπα που ασχολούνταν με τα οικονομικά.
Πάνω απ’ όλα – θεωρώ – έπρεπε να ακούσει και’ μένα.
Γνωρίζουν οι πάντες άριστα, πως καμιά μεγάλη χορηγία (άνω του τότε νομίμου ορίου των 10.000.000 δρχ. και σήμερα των 15.000 Ευρώ), δεν αναγραφόταν στα επίσημα βιβλία.
Αν συνέβαινε, τα βιβλία θ’ απορρίπτονταν κατά τον νόμιμο έλεγχό τους απ’ τη Βουλή και οι συνέπειες θα’ ταν - πέραν των ποινικών κυρώσεων για την παραβίαση του σχετικού νόμου για τη χρηματοδότηση των Κομμάτων – η μείωση κατά 50% της ετήσιας κρατικής χορηγίας (σήμερα 22 εκατομμύρια Ευρώ).
Άλλωστε και οι μεγάλοι χρηματοδότες έθεταν ως προϋπόθεση την διακριτικότητα και την ανωνυμία, για προφανείς λόγους αλλά και γιατί σχεδόν όλοι χρηματοδοτούσαν ταυτόχρονα και τα δύο μεγάλα κόμματα.
Απόδειξη της ανωτέρω αλήθειας, αποτελεί το γεγονός πως καμιά μεγάλη χρηματική ενίσχυση Κόμματος, άνω του νομίμου ορίου, έχει αναγραφεί ποτέ στα επίσημα κομματικά βιβλία.
Πρέπει όμως να εθελοτυφλεί κανείς για να συμπεράνει εξ αυτού, πως ποτέ δεν έγιναν μεγάλες οικονομικές ενισχύσεις – πολύ πάνω όχι μόνον του νομίμου ορίου αλλά και του επίμαχου ποσού του 1.000.000 μάρκων – προερχόμενες από πολύ σημαντικούς χρηματοδότες.
Δηλαδή να νομίζει, κλείνοντας τα μάτια στη πραγματικότητα, πως είμαστε η μοναδική χώρα της Ευρώπης που τα Κόμματα εξουσίας, ποτέ δεν ενισχύθηκαν προεκλογικά, με χορηγία άνω των 15.000 Ευρώ (!!!)
Εξ ετέρου ούτε στα έξοδα εγγράφεται ποτέ το σύνολο των τεράστιων ποσών για τη μετακίνηση των ετεροδημοτών, συγκεντρώσεις, διαφήμιση κ.λ.π. απλά, γιατί τα έσοδα και τα έξοδα έπρεπε να’ ναι ισοσκελισμένα στο ελάχιστο νόμιμο όριο.
Όποιος λοιπόν επικαλείται τα βιβλία και τα επίσημα στοιχεία, το πράττει όλως προσχηματικά, σταθμίζοντας πως η ομολογία της αλήθειας θα’ χει μεγαλύτερο πολιτικό κόστος απ’ τη συντήρηση ενός ΄΄κατά συνθήκη ψεύδους΄΄.
Δηλωτικός ο διάλογος που δημοσιεύθηκε στις 9-7-2008 στον τύπο, χωρίς ποτέ να διαψευσθεί, (σχετ. 10 Εφημερίδα ΄΄ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ΄΄) μεταξύ των κυρίων Ε. Βενιζέλου και Γ. Ραγκούση στο πολιτικό γραφείο του Κόμματος, όπου ο πρώτος ισχυρίζεται ΄΄ πως προκειμένου ο κομματικός λόγος να συμβαδίζει με το κοινό αίσθημα, να μην διαψεύδεται τόσο κατηγορηματικά ότι υπάρχει ενδεχόμενο τα χρήματα της SIEMENS να κατέληξαν στο κομματικό ταμείο΄΄, ΄΄Αλήθεια για εμάς είναι αυτό που λένε τα βιβλία μας΄΄, φέρεται να απαντά ο κ. Ραγκούσης.
Τέλος, ίσως κάποιος ν’ αναρωτιόταν, γιατί, εισφέροντας τα συγκεκριμένα χρηματικά ποσά, δεν ζήτησα απόδειξη. Απόδειξη αποτελούσε η αντίστοιχη καταστροφή των κουπονιών της οικονομικής εξόρμησης.
Αξιοσημείωτο είναι, πως στον ισολογισμό εσόδων- δαπανών ’99 τα έσοδα απ’ τα κουπόνια ανέρχονται σε 549.000.000 δρχ,. ποσό στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το επίμαχο (σχετ. 8).
Λειτουργούσαμε με βάση την καλή πίστη και μόνον. Κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί πως θ’ αμφισβητούνταν τα γεγονότα.
Δ. ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Η μάρτυρας, Δ. Παπαχρήστου, ταμίας, κατέθεσε στη προκαταρτική ότι αν κι έλαβε γνώση της ανακοινώσεώς μου (με την οποία δήλωνα ότι όλο το ποσό ήταν για την προεκλογική ενίσχυση του κόμματος και κατετέθη στο ταμείο), η ίδια παρούσα κατά την σύνταξη και δημοσιοποίηση της ανακοινώσεως, που την αφορούσε – ως ταμία- άμεσα, ΄΄δεν διαφώνησε΄΄ και παρακάτω ΄΄δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω πόσα χρήματα παραδόθηκαν από τον κ. Τσουκάτο το 1999 στο ταμείο του κόμματος καθώς και την πρόελευσή τους΄΄, σελίδα 7 της καταθέσεώς της, η ίδια στη σελίδα 5, λέει ΄΄δεν γνωρίζω αν γινόταν καταγραφή μιας τέτοιας συναλλαγής στα επίσημα βιβλία του κόμματος στο λογιστήριο΄΄, αντιδιαστέλλοντας τα επίσημα με τα πρόχειρα βιβλία. Τέλος, η ίδια μάρτυρας, στη σελίδα 4, της αυτής κατάθεσής της, σε ερώτηση του διενεργήσαντος την προκαταρτική εξέταση Εισαγγελέως, κ. Αθανασίου ΄΄Θυμάστε εάν παραδόθηκαν το έτος 1999 από τον κ. Θεόδωρο Τσουκάτο ή από άλλα πρόσωπα, για λογαριασμό του, στο Τομέα οικονομικού, τμηματικά, χρηματικά ποσά συνολικού ύψους 140.000.000 δρχ περίπου ή και περισσότερα;΄΄, απάντησε ΄΄δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω αλλά ούτε και να το αποκλείσω. Ο κ. Τσουκάτος το 1999, ως μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας, ήταν επιφορτισμένος με την οικονομική εξόρμηση του κινήματος΄΄. (σχετ. 3 απόφαση Γ.Γ ΠΑΣΟΚ).
Ο έτερος των μαρτύρων, Σ. Αυγερινός, στη σελίδα 2 της καταθέσεώς του, λέγει πως ΄΄ως εκ της θέσεώς μου δεν παραλάμβανα ποτέ χρήματα. Δεν μπορώ να γνωρίζω εάν παραδόθηκαν τα χρήματα αυτά από τον κ. Τσουκάτο στις υπαλλήλους του ταμείου, ούτε ήταν απαραίτητο να ενημερωθώ ειδικά περί αυτού΄΄. Σε ερώτηση δε του κ. Εισαγγελέα, ΄΄ θυμάστε αν παραδόθηκαν το έτος 1999, από τον ίδιο τον κ. Θεόδωρο Τσουκάτο ή από άλλα πρόσωπα, για λογαριασμό του στο τομέα Οικονομικού, τμηματικά, χρηματικά ποσά, συνολικού ύψους 140.000.000 δρχ. περίπου ή και περισσότερα, για τα οποία εκδόθηκαν αντίστοιχα κουπόνια΄΄, απάντησε ΄΄δεν το γνωρίζω και γι’ αυτό δεν μπορώ να το αποκλείσω΄΄(σελίδες 3 και 4).
Ήδη στην από 30-6-2009 κατάθεσή του ενώπιον σας, ο μάρτυρας αυτός δηλώνει πως ΄΄ ξέρω πως ο κ. Τσουκάτος είχε φέρει κατά καιρούς και το 1999 χρήματα στο κόμμα της αυτής τάξεως με το ποσό που με ρωτάτε (140.000.000 δρχ)΄΄ ακόμα πως ΄΄ ....γνωρίζω τον κ. Τσουκάτο, θεωρώ αδύνατο να έχει βάλει στη τσέπη του χρήματα αυτά΄΄.
Επισημαίνεται πως οι ανωτέρω μάρτυρες, είναι έμμισθοι υπάλληλοι του κόμματος, παλιά στελέχη του, και οφείλουν σ’ αυτό πειθαρχία (υπαλληλική και κομματική). Το γεγονός και μόνο, πως αμφότεροι ήταν παρόντες κατά τη σύνταξη και δημοσιοποίηση της ανακοινώσεώς μου (για τόσο κρίσιμο θέμα που προσωπικά χειρίσθηκαν), χωρίς ν’ αντιταχθούν σ’ αυτήν, αλλ’ αντιθέτως συμμετέχοντας και συμφωνώντας, καταδείχνει πλήρως το αληθές του περιεχομένου της. Πρέπει ακόμα να σταθμιστεί ιδιαίτερα ο σε βάρος τους κίνδυνος, μήπως παρασυρθούν στην δίνη των κατηγοριών για ΄΄ ξέπλυμα΄΄ που υπό το κράτος της πίεσης της σοβαρότητας της υπόθεσης και της επικαιρότητας, στρέφονται καθ’ όσων φέρονται αναμεμειγμένοι ως τελικοί αποδέκτες ποσών απ’ τη SIEMENS. Βρέθηκαν μεταξύ ΄΄σφύρας και άκμονος΄΄. Να πουν την αλήθεια βλάπτοντας το κόμμα, διαψεύδοντας τον Πρόεδρο και την ηγεσία του και διακινδυνεύοντας προσωπικά, ή να την αποσιωπήσουν αδικώντας εμέ και την ασφάλεια απονομής της δικαιοσύνης. Επέλεξαν να μην διαψεύσουν το γεγονός, δηλώνοντας ταυτοχρόνως ότι μετά τόσα χρόνια δεν θυμούνται ακριβώς.
Όταν όμως δηλώνουν πως δεν μπορούν να θυμούνται πόσα χρήματα κατέθεσα στο ταμείο ( ΄΄ μπορεί και περισσότερα από 140 εκατομμύρια ...΄΄ ), τούτο δεν μπορεί να ερμηνευθεί πως παρέδωσα μόνον 5 ή 10 εκατομμύρια ή καθόλου. Η μόνη δικανική ερμηνεία του είναι πως κατέβαλα πολλά χρήματα, των οποίων δεν ενθυμούνται το σύνολο, αλλά που πιθανόν υπερβαίνουν και τα 140 εκατομμύρια.
Ε. Η ΛΟΓΙΚΗ
Το κατηγορητήριο αντιπαρατίθεται στη κοινή λογική.
Γιατί η SIEMENS να προσφύγει στις υπηρεσίες, αγνώστου προς αυτήν προσώπου - εμού- προκειμένου να ΄΄λαδώσει΄΄ στελέχη του ΟΤΕ, που, κατά το κατηγορητήριο αλλά και τα στοιχεία της δικογραφίας, η σχέση της μαζί τους, ήταν σχέση περίπου αφανών εταίρων, ήδη πολλά χρόνια πριν ;
Άλλωστε αν εγώ ζητούσα κάτι απ’ τον Μ. Χριστοφοράκο, δεν θα’ μουν αυτός που θα ζητούσε την συνάντηση; Δεν θα πήγαινα εγώ σ’ αυτόν;
Κανένας μάρτυρας και κανένα στοιχείο της δικογραφίας, ούτε ένδειξη καν, δεν με συνδέει με τον ΟΤΕ κι αυτή είναι η αλήθεια.
Πέραν λοιπόν του γεγονότος, πως κανένας δημόσιος άνδρας και μάλιστα με τη πολιτική ισχύ που εγώ διέθετα τότε, δεν θα καταδεχόταν ν’ ασχοληθεί με τέτοιου είδους αθλιότητες, παραμένει απολύτως ακατανόητο, γιατί, αν η SIEMENS ήθελε να ΄΄λαδώσει΄΄ πρόσωπα του ΟΤΕ, θα προσέφευγε σε ξένο πρόσωπο και προς τις δυο πλευρές. Θα’ ταν παράλογο!
Απ’ τη δικογραφία άλλωστε, προκύπτει πως χρησιμοποιούνταν ήδη από χρόνια εξωχώριες εταιρείες, λογαριασμοί εχέμυθων αλλοδαπών Τραπεζών κί έμπιστα πρόσωπα των δυο συναλλασσομένων πλευρών, σε τι χρειαζόταν η δική μου ανάμειξη, όταν αποδεδειγμένα συναλλάσσονταν μεταξύ τους με δοκιμασμένους και ΄΄διακριτικούς΄΄ τρόπους από πολλά χρόνια ;
Το κατηγορητήριο ισχυρίζεται, πως με δοκιμασμένα ΄΄κανάλια΄΄ και διαδρομές απ’ τη Διοίκηση της μιας εταιρείας (SIEMENS) προς πρόσωπα της άλλης (ΟΤΕ), είχαν διακινηθεί πολλές δεκάδες εκατομμύρια μάρκα, επί σειρά ετών, προ του ’98 – ’99 όπως και μετά απ’ αυτό.
Μόνον το 1.000.000 μάρκα είχαν δυσκολία να διακινήσουν και προσέφυγαν στη συνδρομή του ...αγνώστου και στις δυο πλευρές Τσουκάτου ;
Το κατηγορητήριο με αδικεί κατάφωρα και παραβιάζει τις βασικές δικονομικές διατάξεις περί απόδειξης.
Ακολουθεί μια αυθαίρετη συλλογιστική και με υποβαθμίζει, δίχως την επίκληση της παραμικρής ένδειξης, σε μεσάζοντα ΄΄λαδωμάτων΄΄, αγνώστων σ’ εμέ αλλά και στο κατηγορητήριο, ατόμων.
ΣΤ. ΕΓΓΡΑΦΑ Ν.Φ 09222-1291 – Asservat 10300-5
Το πρώτο έγγραφο εξωφθάλμως αφορά άλλη καταβολή, σ’ άλλο τραπεζικό λογαριασμό στη Ζυρίχη, τον Μάρτιο ’98.
Πέραν του γεγονότος πως δεν έχει καμία σχέση με την κατάθεση στον Πιταούλη που ακολουθεί – 11 μήνες αργότερα- στις 4-2-’99, με έμβασμα στην ABN AMRO BANK, δεν έχει κανένα έστω και πρόχειρο στοιχείο που να οδηγεί, στο συμπέρασμα πως αφορά χρήματα που πρόκειται να διατεθούν σε στελέχη του ΟΤΕ.
Αν υποθέσουμε, ότι μέσα από ενδοεταιρικούς υπολογισμούς- που αγνοώ πλήρως και δεν με αφορούν- η μητρική κι η ελληνική SIEMENS συμφώνησαν να διαθέσουν το 2% του τζίρου τους στην Ελλάδα, τούτο έγινε, με βάση όλες τις αποδείξεις και τις καταθέσεις των μαρτύρων, με τη μορφή ενισχύσεων στα μεγάλα Κόμματα και για δαπάνες δημοσίων σχέσεων.
Η όλη δικογραφία στηρίζει την παραδοχή πως το 2% (σ’ αντίθεση με το 8%), που σ’ αυτό το χειρόγραφο φαίνεται να υπολογίζεται με βάση των τζίρο της εταιρείας στο έτος ’97, το διαχειριζόταν ο Μ. Χριστοφοράκος για τους ανωτέρω σκοπούς και δεν είναι χρήματα που προορίζονταν για πληρωμές σε στελέχη του ΟΤΕ, αλλά χρήμα προοριζόμενο για την πολιτική.
Συγκεκριμένα προκύπτει απ’ το αποδεικτικό υλικό:
Σύνοψη εξετάσεων μαρτύρων (DEBEVOISE & PLIMPTON LLP) αναφορικά με την καταβολή χρηματικών ενισχύσεων στα μεγάλα πολιτικά κόμματα.
Rainer Niedl (κατάθεση 17/12/2007)
«....τα κεφάλαια θα χρησιμοποιούνταν για την πραγματοποίηση πληρωμών σε πολιτικά κόμματα της Ελλάδας».
Kutschenreuter (κατάθεση 10,11/9/2007)
«....προκειμένου να καλυφθούν οι προεκλογικές ανάγκες των δύο μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων για τις βουλευτικές εκλογές που θα πραγματοποιούνταν εκείνη τη χρονιά».
« Ο Χριστοφοράκος είχε ήδη υποσχεθεί την πραγματοποίηση καταβολών στα κόμματα. Δήλωσε ότι ο Χριστοφοράκος του έδωσε την εντύπωση πως πρακτική της Siemens Ελλάδος ήταν η πραγματοποίηση πληρωμών και στα δύο μεγάλα κόμματα σε μια προσπάθεια να διασφαλίσει τη θέση της ανεξάρτητα από το πιο κόμμα θα κέρδιζε την εξουσία».
Siekaczek (κατάθεση 23,24,30/1/2008)
«Θυμόταν πως ο Χριστοφοράκος του είχε πει ότι τα χρήματα θα χρησιμοποιούνταν για τη πραγματοποίηση πληρωμών σε πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα».
Kutschenreuter ενώπιον της Εισαγγελίας Μονάχου στις 7-12-2006:
«....Μου είπε επίσης ότι με τα χρήματα αυτά θα χρηματοδοτούσε και τα δύο κόμματα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι σε κάθε περίπτωση και μετά τις εκλογές η Siemens θα εξακολουθήσει να έχει την εύνοια των πολιτικών. Απ’αυτά που έλεγε κατάλαβα ότι θα χρηματοδοτούσε τα δύο μεγάλα κόμματα που ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Ο κ. Siekaczek μπορεί ασφαλώς να πεί πόσα χρήματα έλαβε κατά τον χρόνο αυτό. Κατάλαβα αυτό που μου είπε, το έλαβα υπόψη και τον παρέπεμψα στον κ. Siekaczek. Κατόπιν αυτού ήταν σαφές ότι με τη στάση μου αυτή είχα δώσει βασικά το ΟΚ.»
Reiner Niedl
Στην από 23 Νοεμβρίου του 2007 κατάθεσή του σε σχετική ερώτηση απάντησε «... ο Χριστοφοράκος ουδέποτε απαίτησε από μένα χρήματα κατευθείαν. Γινόταν λόγος ότι χρειαζόταν χρήματα για τη χρηματοδότηση των κομμάτων στην Ελλάδα. Ο Χριστοφοράκος τροφοδοτούσε και τα δύο ελληνικά κόμματα με χρήματα...»
Κατηγορητήριο κατά Κ& Η κλπ
Με βάση το από 26-5-2009 κατηγορητήριο που συνέταξαν οι Γερμανικές Δικαστικές Αρχές κατά των Kutschenreuter, Hartmann και λοιπών γίνεται αναλυτική αναφορά των πληρωμών στα πολιτικά κόμματα στις οποίες προέβαινε ο κ. Χριστοφοράκος απ’ τη Siemens καθώς και η φύση αυτών των πληρωμών, οι οποίες συνιστούν ενισχύσεις εκλογικές σε πολιτικά κόμματα. (βλ. σχετικό 9 το από 26/5/09 υπ’ αριθμ. κατηγορητήριο Εισαγγελέα Μονάχου, απ’ τον δημοσιογράφο Τ. Τέλλογλου, κατόπιν σχετικού δημοσιεύματός του στην ΄΄ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ΄΄ , υπότιτλος «Πληρωμές Χριστοφοράκου», σελίδα 269).
Απ’ το επίσημο αυτό έγγραφο προκύπτει, πως οι αρμόδιες Γερμανικές Δικαστικές Αρχές έχουν υιοθετήσει τις παραπάνω καταθέσεις των μαρτύρων, για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα της SIEMENS στη χώρα μας.
Τέλος, o Μ. Χριστοφοράκος, μέσω του δικηγόρου του Stefan Kursawe, σε επίσημες δηλώσεις του, που επακολούθησαν την σύλληψή του στη Γερμανία, στις 25-6-2009, δηλώνει πλέον δημόσια, ότι ενίσχυε τα πολιτικά κόμματα.(σχετ. 4 εφημερίδα ΄΄ΤΑ ΝΕΑ΄΄). Το ίδιο, προκύπτει ξεκάθαρα απ’ το έγγραφο της δικογραφίας Αsservat 10300-5 που χειρογράφως ο Μ. Χριστοφοράκος δηλώνει πως το 2% πηγαίνει στα πολιτικά Κόμματα και κατ’ αυτό το τρόπο εξειδικεύει κί ερμηνεύει πλήρως το Ν.Φ 09222-1291 χειρόγραφο. Το τελευταίο χειρόγραφο απλώς υπολογίζει ποσοστό 2%, επί του τζίρου που αναφέρεται εκεί που πρέπει να αποδεσμεύσει η μητρική SIEMENS, για Κόμματα και δημόσιες σχέσεις, όπως φαίνεται να ζητάει ο Μ. Χριστοφοράκος με το ως άνω Asservat.
Πως λοιπόν, σ’ αντίθεση με όλα τα στοιχεία της δικογραφίας μπορεί να εκλαμβάνεται κάθε καταβολή ποσού στη Χώρα μας, ότι δήθεν έγινε μόνο υπέρ κάποιων υπαλλήλων του ΟΤΕ ;
Η υπόθεση SIEMENS δεν μπορεί να συρρικνωθεί στις σχέσεις της με τον ΟΤΕ.
Είναι πολύ βολικό για το κομματικό κατεστημένο για να’ ναι αληθινό.
Εγώ είμαι κατηγορούμενος ακριβώς γιατί κάποιοι αρνούνται ν’ αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες.
Τι γνωρίζει και πιστεύει το σύνολο των πολιτών, κυρίως δε οι γνωρίζοντες τη κομματική ζωή, ανάγλυφα προκύπτει, απ’ τα άρθρα (που δειγματοληπτικά προσκομίζω, στη πληθώρα αντίστοιχων δημοσιευμάτων), τριών εμπείρων πολιτικών αρθρογράφων, Ψυχάρη, Λυγερού, Παπαχελά στις εφημερίδες ΄΄ΒΗΜΑ΄΄ και ΄΄ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ΄΄ (σχετ. 5,6,7)
Ζ) Θεωρώ ότι παρέλκει ν’ ασχοληθώ με το νομικό μέρος των κατηγοριών ακόμη κι επικουρικά, καθ’ όσον οι κατηγορίες είναι αντικειμενικά ανυπόστατες.
Όπως προεκτέθηκε, η κατηγορία της συνέργιας σε δωροληψία αγνώστων προσώπων ΟΤΕ, είναι απολύτως αυθαίρετη και πρωτοφανώς αόριστη, ενώ αντίθετα υπάρχουν όλες οι πραγματικές και λογικές αποδείξεις, πως τα χρήματα πήγαν στον προορισμό τους, δηλαδή στο ταμείο του για την προεκλογική ενίσχυση του Κόμματος.
Ζήτησα την επανεξέταση των δυο μαρτύρων – αρμοδίων για τα οικονομικά εκείνης της εποχής, ελπίζοντας πως η συνείδησή τους και η παρουσία μου στην κατ’ αντιπαράσταση εξέτασή μας, θα συνέδραμε στη πλήρη εκκαθάριση των γεγονότων.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί, πως το ποσό του 1.000.000 DM προήλθε απ’ το επίσημο ταμείο της SIEMENS Γερμανίας, έτσι ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της νομιμότητας της προέλευσής του και μάλιστα εκταμιεύθηκε προ της ψηφίσεως κι εφαρμογής του νόμου του Γερμανικού Κοινοβουλίου για την ΄΄καταπολέμηση της διαφθοράς στο εξωτερικό΄΄ (15 Φεβρουαρίου ’99). Άρα ήταν πράξη νόμιμη.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως η κατάθεση έγινε σε υφιστάμενο λογαριασμό, επώνυμου προσώπου (Πιταούλη) κατ’ ευθείαν, δίχως να μεσολαβούν αποκρύψεις, μεθοδεύσεις, νεφελώδεις εταιρείες και ψευδώνυμοι λογαριασμοί.
Το γεγονός αυτό αποτελεί απόδειξη πως κανείς δεν ένοιωθε πως εμπλεκόταν σε παράνομες πράξεις, ούτε είχε την υποψία να μεταχειριστεί τεχνάσματα για να τις συσκοτίσει.
Αν αυτό το νόμιμο εταιρικό ποσό, που εκταμιεύθηκε απ’ το κεντρικό ταμείο της γερμανικής SIEMENS, όλως έμμεσα, προέρχονταν απ’ τον τζίρο των δραστηριοτήτων της θυγατρικής εταιρείας στην Ελλάδα και μάλιστα στα πλαίσια του 2%, που μητρική και θυγατρική εταιρείες είχαν συμφωνήσει να το διαθέτουν στα Κόμματα και στις δημόσιες σχέσεις τους γενικά, αυτό μπορεί κανείς να το υποθέτει σήμερα, αλλά δεν αξιολογείται ποινικά. Τούτο δε γιατί απ’ τη στιγμή που τα χρήματα εισήλθαν στο κεντρικό ταμείο της γερμανικής SIEMENS, ήταν ΄΄καθαρά ΄΄ εταιρικά χρήματα.
Η εικόνα εκείνης της εποχής ήταν ολοκληρωτικά διαφορετική- και σε ’κείνα τα χρονικά πλαίσια πρέπει να κριθεί η δική μου συμμετοχή..
Η πράξη μου, με στέρεη πιστεύω νομική ερμηνεία, συνιστούσε το αδίκημα της παράνομης χρηματοδότησης Κόμματος, παραγεγραμμένου ήδη ως πλημμελήματος, απ’ το έτος 2004.
Ακολούθως, εφ’ όσον κατά τ’ ανωτέρω δεν υπάρχει προηγηθείσα παράνομη πράξη (συνέργια σε δωροληψία), δεν συντρέχει και λόγος ΄΄ξεπλύματος΄΄, καθ’ όσον τούτο είναι μεταγενέστερο αδίκημα που παρακολουθεί την κύρια παράνομη πράξη του άρθρου 1 του ν. 2331/95. Δεν στοιχειοθετείται αποκομμένο.
Ούτε θα μπορούσε άλλωστε να εκλειφθεί ως ξέπλυμα, η χρηματοδότηση Κόμματος!
Απ’ τη πρώτη στιγμή που ξέσπασε η υπόθεση της SIEMENS, είπα την αλήθεια και ανέλαβα τις ευθύνες μου δημόσια.
Τούτο μ’ έφερε σε αντίθεση με το Κόμμα, που υπηρέτησα επί 30 χρόνια, αλλά ουδέποτε θα υπέτασσα τη προσωπική μου τιμή, σ’ αυτού του είδους τις κομματικές σκοπιμότητες συγκάλυψης της αλήθειας, για να τηρηθούν τα προσχήματα.
Αυτή είναι η αλήθεια και σ’ αυτήν ακουμπώ με τη βεβαιότητα πως η Δικαιοσύνη θα την αναγνωρίσει.
Με τιμή,
Αθήνα, 1-7-2009
Ο απολογούμενος''
Το κατηγορητήριο είναι εντυπωσιακά αόριστο, απολύτως ξένο προς εμέ και αντίθετο ως προς όλα τα στοιχεία της δικογραφίας.
Α. ΧΡΟΝΟΣ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Η περίοδος όπου ο Μ. Χριστοφοράκος με προσέγγισε (Οκτώβριο ’98) και μέχρι την καταβολή του τελευταίου ποσού στο ταμείο του Κόμματος (Καλοκαίρι ’99), ενάμιση χρόνο μετά την υπογραφή της συμβάσεως ΟΤΕ και SIEMENS (12/1997), ήταν ανύποπτη για τα συμβαίνοντα.
Κανένας, δεν γνώριζε ούτε υποπτευόταν αν υπήρχε παρασκήνιο συμφωνιών, μεταξύ κάποιων στελεχών των διοικήσεων των δύο εταιρειών, πλην αν ήταν συμμέτοχος στις συμφωνίες αυτές. Η SIEMENS, μεγάλη πολυεθνική εταιρεία, προερχόμενη από Χώρα που η σοβαρότητά της ήταν δεδομένη, με σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα, ήταν απ’ τις εταιρείες που δραστηριοποιούνταν υπεράνω υποψίας, τότε.
Πρόσφατο ακόμη, ήταν το απαλλακτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών (685/1997), που αμετάκλητα δι’ αυτού έκρινε η Δικαιοσύνη, πως η πρώτη συμφωνία για την ψηφιοποίηση του ΟΤΕ, του έτους 1994, που δημοπρατήθηκε και κατακυρώθηκε το έτος 1992 στη SIEMENS, ήταν νόμιμη και συμφέρουσα για τον ΟΤΕ.
Θεωρώ λοιπόν, πως κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί σοβαρά πως γνώριζε κάτι περισσότερο, ως παρατηρητής της δημόσιας ζωής, όπως εγώ, που είχα την ιδιότητα του Κομματικού στελέχους και μόνον.
Β. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Έχοντας αυτές τις γενικές γνώσεις Φθινόπωρο 1998, δέχτηκα τηλέφωνο από γνωστό μου επιχειρηματία –διαφημιστή- (τον οποίο ζητώ να εξετάσετε ως μάρτυρα, για του λόγου το αληθές), ότι επιθυμεί να με επισκεφθεί ο Μ. Χριστοφοράκος, Δ/νων Σύμβουλος της SIEMENS Ελλάδος, εντελώς άγνωστός μου και σαν όνομα, μέχρι τότε.
Ο τρόπος που με προσέγγισε ο Μ. Χριστοφοράκος, ο χρόνος (οικονομική εκστρατεία του Κόμματος, για την οποία ήμουν ο κυρίως αρμόδιος), και η δημόσια επίσκεψή του, στο κομματικό μου γραφείο, από μόνα τους, είναι ικανά για την κατάρρευση του κατηγορητηρίου, που με υποπτεύεται ως μεσολαβητή μεταξύ κάποιων αγνώστων και σ’ εκείνο (κατηγορητήριο) αλλά και σ’ εμέ, στελεχών του ΟΤΕ και της SIEMENS.
Έτσι δέχθηκα τον Μ. Χριστοφοράκο σε ραντεβού που κλείστηκε υπηρεσιακά στις 20-10-1998 και ώρα 13.00 στο γραφείο μου της Χαριλάου Τρικούπη (5ος όροφος) ανάμεσα σε συναντήσεις μου με γνωστούς δημοσιογράφους (σχετ. 1, αντίγραφο φύλλου ημερολογίου συναντήσεών μου της 20-10-’98).
Η συζήτησή μας, θυμάμαι, πως ήταν γενικού πολιτικού περιεχομένου και κατέληξε απ’ τη δική του αποκλειστική πλευρά, σε έκφραση επιθυμίας της εταιρείας που εκπροσωπούσε, να συμβάλει στην ενίσχυση του κόμματος εν όψει της οικονομικής μας εξόρμησης, για το συνέδριο και τις ευρωεκλογές, δίχως να ζητήσει απολύτως κανένα αντάλλαγμα, ή να το συνδέσει με οποιαδήποτε εταιρική δραστηριότητα. Τότε δεν προσδιόρισε το ποσό.
Αποδέχτηκα την πρόταση, υποκείμενος σε μια αναγκαιότητα που επέβαλε την αποδοχή των προσφερομένων χρηματικών ενισχύσεων, -πλην αν η προέλευσή τους ήταν από ύποπτο χώρο ή παράνομες δραστηριότητες ή αν συνοδεύονταν με ανταλλάγματα – τούτο δε, γιατί κανένας προεκλογικός αγώνας δεν κόστιζε μόνο τα δηλούμενα ποσά και κανένα επίσημο βιβλίο δεν απεικόνιζε την ακριβή οικονομική κατάσταση (εισπράξεις – πληρωμές) του κόμματος. Τα επίσημα βιβλία συντάσσονταν για τον νομότυπο έλεγχο και μόνον, απ’ τη Βουλή. Ποτέ δεν ήταν επαρκή τα έσοδα για την κάλυψη των εκλογικών δαπανών και πάντοτε το Κόμμα ήταν οφειλέτης. Αυτό το πρόβλημα ήταν μόνιμο και διαχρονικό.
Σε μεταγενέστερη επίσκεψή του ο κ. Χριστοφοράκος μου μίλησε για το ακριβές ποσό (1.000.000 μάρκα).
Η δεύτερη αυτή επίσκεψή του στο γραφείο μου, έγινε στις 15-12-’98 στις 15.30. (σχετ. 2 αντίγραφο φύλλου ημερολογίου συναντήσεών μου της 15-12-’98), κατά την οποία επίσης δεν ζήτησε τίποτα.
Όσον αφορά την υπόδειξη του λογαριασμού, το πρόσωπο, στο οποίο απευθύνθηκα για να διευκολύνει την εισαγωγή του ποσού (Βίος) και για ό,τι επακολούθησε έχω αναφερθεί αναλυτικά στο από 28-6-2008 υπόμνημά μου, κατά την προκαταρκτική εξέταση, στο οποίο εμμένω και συμπληρώνω με το παρόν.
Επισημαίνω μόνον, πως απ’ τη μετέπειτα γνώση και πληροφόρησή μου, για την όλη διαδικασία εισαγωγής που ακολουθήθηκε – κατά τη γνώμη μου – η κατάτμηση του αρχικού ποσού σε μικρότερα, προκρίθηκε (από ’κείνους που ανιδιοτελώς ανέλαβαν το έργο αυτό), προκειμένου να μην προκληθούν ενδοτραπεζικοί έλεγχοι, που θα προκαλούνταν με βεβαιότητα αν το ποσό εισερχόταν ακέραιο. Δεν νομίζω πως υπήρξε άλλη σκοπιμότητα.
Διευκρινίζω και στο παρόν, ότι ουδεμία γνώση ή άλλη ευθύνη είχαν, τα πρόσωπα που διευκόλυναν την εισαγωγή του ποσού.
Γ. ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ
Μετά την αποκάλυψη των γεγονότων επίσημη θέση του Κόμματός μου υπήρξε πως ΄΄απ’ τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία δεν προκύπτει η κατάθεση του ποσού στο ταμείο΄΄.
Αυτό είναι αληθές.
Ούτε και θα μπορούσε να προκύπτει απ’ τα επίσημα βιβλία.
Είναι γνωστό στους ΄΄παροικούντες στην Ιερουσαλήμ΄΄ πως άλλη η εικόνα των βιβλίων και άλλη η πραγματικότητα του ταμείου.
Η νέα ηγεσία όμως του Κόμματος, όφειλε να ζητήσει τ’ ανεπίσημα στοιχεία της αντίστοιχης περιόδου και να μιλήσει καθαρά με τα πρόσωπα που ασχολούνταν με τα οικονομικά.
Πάνω απ’ όλα – θεωρώ – έπρεπε να ακούσει και’ μένα.
Γνωρίζουν οι πάντες άριστα, πως καμιά μεγάλη χορηγία (άνω του τότε νομίμου ορίου των 10.000.000 δρχ. και σήμερα των 15.000 Ευρώ), δεν αναγραφόταν στα επίσημα βιβλία.
Αν συνέβαινε, τα βιβλία θ’ απορρίπτονταν κατά τον νόμιμο έλεγχό τους απ’ τη Βουλή και οι συνέπειες θα’ ταν - πέραν των ποινικών κυρώσεων για την παραβίαση του σχετικού νόμου για τη χρηματοδότηση των Κομμάτων – η μείωση κατά 50% της ετήσιας κρατικής χορηγίας (σήμερα 22 εκατομμύρια Ευρώ).
Άλλωστε και οι μεγάλοι χρηματοδότες έθεταν ως προϋπόθεση την διακριτικότητα και την ανωνυμία, για προφανείς λόγους αλλά και γιατί σχεδόν όλοι χρηματοδοτούσαν ταυτόχρονα και τα δύο μεγάλα κόμματα.
Απόδειξη της ανωτέρω αλήθειας, αποτελεί το γεγονός πως καμιά μεγάλη χρηματική ενίσχυση Κόμματος, άνω του νομίμου ορίου, έχει αναγραφεί ποτέ στα επίσημα κομματικά βιβλία.
Πρέπει όμως να εθελοτυφλεί κανείς για να συμπεράνει εξ αυτού, πως ποτέ δεν έγιναν μεγάλες οικονομικές ενισχύσεις – πολύ πάνω όχι μόνον του νομίμου ορίου αλλά και του επίμαχου ποσού του 1.000.000 μάρκων – προερχόμενες από πολύ σημαντικούς χρηματοδότες.
Δηλαδή να νομίζει, κλείνοντας τα μάτια στη πραγματικότητα, πως είμαστε η μοναδική χώρα της Ευρώπης που τα Κόμματα εξουσίας, ποτέ δεν ενισχύθηκαν προεκλογικά, με χορηγία άνω των 15.000 Ευρώ (!!!)
Εξ ετέρου ούτε στα έξοδα εγγράφεται ποτέ το σύνολο των τεράστιων ποσών για τη μετακίνηση των ετεροδημοτών, συγκεντρώσεις, διαφήμιση κ.λ.π. απλά, γιατί τα έσοδα και τα έξοδα έπρεπε να’ ναι ισοσκελισμένα στο ελάχιστο νόμιμο όριο.
Όποιος λοιπόν επικαλείται τα βιβλία και τα επίσημα στοιχεία, το πράττει όλως προσχηματικά, σταθμίζοντας πως η ομολογία της αλήθειας θα’ χει μεγαλύτερο πολιτικό κόστος απ’ τη συντήρηση ενός ΄΄κατά συνθήκη ψεύδους΄΄.
Δηλωτικός ο διάλογος που δημοσιεύθηκε στις 9-7-2008 στον τύπο, χωρίς ποτέ να διαψευσθεί, (σχετ. 10 Εφημερίδα ΄΄ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ΄΄) μεταξύ των κυρίων Ε. Βενιζέλου και Γ. Ραγκούση στο πολιτικό γραφείο του Κόμματος, όπου ο πρώτος ισχυρίζεται ΄΄ πως προκειμένου ο κομματικός λόγος να συμβαδίζει με το κοινό αίσθημα, να μην διαψεύδεται τόσο κατηγορηματικά ότι υπάρχει ενδεχόμενο τα χρήματα της SIEMENS να κατέληξαν στο κομματικό ταμείο΄΄, ΄΄Αλήθεια για εμάς είναι αυτό που λένε τα βιβλία μας΄΄, φέρεται να απαντά ο κ. Ραγκούσης.
Τέλος, ίσως κάποιος ν’ αναρωτιόταν, γιατί, εισφέροντας τα συγκεκριμένα χρηματικά ποσά, δεν ζήτησα απόδειξη. Απόδειξη αποτελούσε η αντίστοιχη καταστροφή των κουπονιών της οικονομικής εξόρμησης.
Αξιοσημείωτο είναι, πως στον ισολογισμό εσόδων- δαπανών ’99 τα έσοδα απ’ τα κουπόνια ανέρχονται σε 549.000.000 δρχ,. ποσό στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το επίμαχο (σχετ. 8).
Λειτουργούσαμε με βάση την καλή πίστη και μόνον. Κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί πως θ’ αμφισβητούνταν τα γεγονότα.
Δ. ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Η μάρτυρας, Δ. Παπαχρήστου, ταμίας, κατέθεσε στη προκαταρτική ότι αν κι έλαβε γνώση της ανακοινώσεώς μου (με την οποία δήλωνα ότι όλο το ποσό ήταν για την προεκλογική ενίσχυση του κόμματος και κατετέθη στο ταμείο), η ίδια παρούσα κατά την σύνταξη και δημοσιοποίηση της ανακοινώσεως, που την αφορούσε – ως ταμία- άμεσα, ΄΄δεν διαφώνησε΄΄ και παρακάτω ΄΄δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω πόσα χρήματα παραδόθηκαν από τον κ. Τσουκάτο το 1999 στο ταμείο του κόμματος καθώς και την πρόελευσή τους΄΄, σελίδα 7 της καταθέσεώς της, η ίδια στη σελίδα 5, λέει ΄΄δεν γνωρίζω αν γινόταν καταγραφή μιας τέτοιας συναλλαγής στα επίσημα βιβλία του κόμματος στο λογιστήριο΄΄, αντιδιαστέλλοντας τα επίσημα με τα πρόχειρα βιβλία. Τέλος, η ίδια μάρτυρας, στη σελίδα 4, της αυτής κατάθεσής της, σε ερώτηση του διενεργήσαντος την προκαταρτική εξέταση Εισαγγελέως, κ. Αθανασίου ΄΄Θυμάστε εάν παραδόθηκαν το έτος 1999 από τον κ. Θεόδωρο Τσουκάτο ή από άλλα πρόσωπα, για λογαριασμό του, στο Τομέα οικονομικού, τμηματικά, χρηματικά ποσά συνολικού ύψους 140.000.000 δρχ περίπου ή και περισσότερα;΄΄, απάντησε ΄΄δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω αλλά ούτε και να το αποκλείσω. Ο κ. Τσουκάτος το 1999, ως μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας, ήταν επιφορτισμένος με την οικονομική εξόρμηση του κινήματος΄΄. (σχετ. 3 απόφαση Γ.Γ ΠΑΣΟΚ).
Ο έτερος των μαρτύρων, Σ. Αυγερινός, στη σελίδα 2 της καταθέσεώς του, λέγει πως ΄΄ως εκ της θέσεώς μου δεν παραλάμβανα ποτέ χρήματα. Δεν μπορώ να γνωρίζω εάν παραδόθηκαν τα χρήματα αυτά από τον κ. Τσουκάτο στις υπαλλήλους του ταμείου, ούτε ήταν απαραίτητο να ενημερωθώ ειδικά περί αυτού΄΄. Σε ερώτηση δε του κ. Εισαγγελέα, ΄΄ θυμάστε αν παραδόθηκαν το έτος 1999, από τον ίδιο τον κ. Θεόδωρο Τσουκάτο ή από άλλα πρόσωπα, για λογαριασμό του στο τομέα Οικονομικού, τμηματικά, χρηματικά ποσά, συνολικού ύψους 140.000.000 δρχ. περίπου ή και περισσότερα, για τα οποία εκδόθηκαν αντίστοιχα κουπόνια΄΄, απάντησε ΄΄δεν το γνωρίζω και γι’ αυτό δεν μπορώ να το αποκλείσω΄΄(σελίδες 3 και 4).
Ήδη στην από 30-6-2009 κατάθεσή του ενώπιον σας, ο μάρτυρας αυτός δηλώνει πως ΄΄ ξέρω πως ο κ. Τσουκάτος είχε φέρει κατά καιρούς και το 1999 χρήματα στο κόμμα της αυτής τάξεως με το ποσό που με ρωτάτε (140.000.000 δρχ)΄΄ ακόμα πως ΄΄ ....γνωρίζω τον κ. Τσουκάτο, θεωρώ αδύνατο να έχει βάλει στη τσέπη του χρήματα αυτά΄΄.
Επισημαίνεται πως οι ανωτέρω μάρτυρες, είναι έμμισθοι υπάλληλοι του κόμματος, παλιά στελέχη του, και οφείλουν σ’ αυτό πειθαρχία (υπαλληλική και κομματική). Το γεγονός και μόνο, πως αμφότεροι ήταν παρόντες κατά τη σύνταξη και δημοσιοποίηση της ανακοινώσεώς μου (για τόσο κρίσιμο θέμα που προσωπικά χειρίσθηκαν), χωρίς ν’ αντιταχθούν σ’ αυτήν, αλλ’ αντιθέτως συμμετέχοντας και συμφωνώντας, καταδείχνει πλήρως το αληθές του περιεχομένου της. Πρέπει ακόμα να σταθμιστεί ιδιαίτερα ο σε βάρος τους κίνδυνος, μήπως παρασυρθούν στην δίνη των κατηγοριών για ΄΄ ξέπλυμα΄΄ που υπό το κράτος της πίεσης της σοβαρότητας της υπόθεσης και της επικαιρότητας, στρέφονται καθ’ όσων φέρονται αναμεμειγμένοι ως τελικοί αποδέκτες ποσών απ’ τη SIEMENS. Βρέθηκαν μεταξύ ΄΄σφύρας και άκμονος΄΄. Να πουν την αλήθεια βλάπτοντας το κόμμα, διαψεύδοντας τον Πρόεδρο και την ηγεσία του και διακινδυνεύοντας προσωπικά, ή να την αποσιωπήσουν αδικώντας εμέ και την ασφάλεια απονομής της δικαιοσύνης. Επέλεξαν να μην διαψεύσουν το γεγονός, δηλώνοντας ταυτοχρόνως ότι μετά τόσα χρόνια δεν θυμούνται ακριβώς.
Όταν όμως δηλώνουν πως δεν μπορούν να θυμούνται πόσα χρήματα κατέθεσα στο ταμείο ( ΄΄ μπορεί και περισσότερα από 140 εκατομμύρια ...΄΄ ), τούτο δεν μπορεί να ερμηνευθεί πως παρέδωσα μόνον 5 ή 10 εκατομμύρια ή καθόλου. Η μόνη δικανική ερμηνεία του είναι πως κατέβαλα πολλά χρήματα, των οποίων δεν ενθυμούνται το σύνολο, αλλά που πιθανόν υπερβαίνουν και τα 140 εκατομμύρια.
Ε. Η ΛΟΓΙΚΗ
Το κατηγορητήριο αντιπαρατίθεται στη κοινή λογική.
Γιατί η SIEMENS να προσφύγει στις υπηρεσίες, αγνώστου προς αυτήν προσώπου - εμού- προκειμένου να ΄΄λαδώσει΄΄ στελέχη του ΟΤΕ, που, κατά το κατηγορητήριο αλλά και τα στοιχεία της δικογραφίας, η σχέση της μαζί τους, ήταν σχέση περίπου αφανών εταίρων, ήδη πολλά χρόνια πριν ;
Άλλωστε αν εγώ ζητούσα κάτι απ’ τον Μ. Χριστοφοράκο, δεν θα’ μουν αυτός που θα ζητούσε την συνάντηση; Δεν θα πήγαινα εγώ σ’ αυτόν;
Κανένας μάρτυρας και κανένα στοιχείο της δικογραφίας, ούτε ένδειξη καν, δεν με συνδέει με τον ΟΤΕ κι αυτή είναι η αλήθεια.
Πέραν λοιπόν του γεγονότος, πως κανένας δημόσιος άνδρας και μάλιστα με τη πολιτική ισχύ που εγώ διέθετα τότε, δεν θα καταδεχόταν ν’ ασχοληθεί με τέτοιου είδους αθλιότητες, παραμένει απολύτως ακατανόητο, γιατί, αν η SIEMENS ήθελε να ΄΄λαδώσει΄΄ πρόσωπα του ΟΤΕ, θα προσέφευγε σε ξένο πρόσωπο και προς τις δυο πλευρές. Θα’ ταν παράλογο!
Απ’ τη δικογραφία άλλωστε, προκύπτει πως χρησιμοποιούνταν ήδη από χρόνια εξωχώριες εταιρείες, λογαριασμοί εχέμυθων αλλοδαπών Τραπεζών κί έμπιστα πρόσωπα των δυο συναλλασσομένων πλευρών, σε τι χρειαζόταν η δική μου ανάμειξη, όταν αποδεδειγμένα συναλλάσσονταν μεταξύ τους με δοκιμασμένους και ΄΄διακριτικούς΄΄ τρόπους από πολλά χρόνια ;
Το κατηγορητήριο ισχυρίζεται, πως με δοκιμασμένα ΄΄κανάλια΄΄ και διαδρομές απ’ τη Διοίκηση της μιας εταιρείας (SIEMENS) προς πρόσωπα της άλλης (ΟΤΕ), είχαν διακινηθεί πολλές δεκάδες εκατομμύρια μάρκα, επί σειρά ετών, προ του ’98 – ’99 όπως και μετά απ’ αυτό.
Μόνον το 1.000.000 μάρκα είχαν δυσκολία να διακινήσουν και προσέφυγαν στη συνδρομή του ...αγνώστου και στις δυο πλευρές Τσουκάτου ;
Το κατηγορητήριο με αδικεί κατάφωρα και παραβιάζει τις βασικές δικονομικές διατάξεις περί απόδειξης.
Ακολουθεί μια αυθαίρετη συλλογιστική και με υποβαθμίζει, δίχως την επίκληση της παραμικρής ένδειξης, σε μεσάζοντα ΄΄λαδωμάτων΄΄, αγνώστων σ’ εμέ αλλά και στο κατηγορητήριο, ατόμων.
ΣΤ. ΕΓΓΡΑΦΑ Ν.Φ 09222-1291 – Asservat 10300-5
Το πρώτο έγγραφο εξωφθάλμως αφορά άλλη καταβολή, σ’ άλλο τραπεζικό λογαριασμό στη Ζυρίχη, τον Μάρτιο ’98.
Πέραν του γεγονότος πως δεν έχει καμία σχέση με την κατάθεση στον Πιταούλη που ακολουθεί – 11 μήνες αργότερα- στις 4-2-’99, με έμβασμα στην ABN AMRO BANK, δεν έχει κανένα έστω και πρόχειρο στοιχείο που να οδηγεί, στο συμπέρασμα πως αφορά χρήματα που πρόκειται να διατεθούν σε στελέχη του ΟΤΕ.
Αν υποθέσουμε, ότι μέσα από ενδοεταιρικούς υπολογισμούς- που αγνοώ πλήρως και δεν με αφορούν- η μητρική κι η ελληνική SIEMENS συμφώνησαν να διαθέσουν το 2% του τζίρου τους στην Ελλάδα, τούτο έγινε, με βάση όλες τις αποδείξεις και τις καταθέσεις των μαρτύρων, με τη μορφή ενισχύσεων στα μεγάλα Κόμματα και για δαπάνες δημοσίων σχέσεων.
Η όλη δικογραφία στηρίζει την παραδοχή πως το 2% (σ’ αντίθεση με το 8%), που σ’ αυτό το χειρόγραφο φαίνεται να υπολογίζεται με βάση των τζίρο της εταιρείας στο έτος ’97, το διαχειριζόταν ο Μ. Χριστοφοράκος για τους ανωτέρω σκοπούς και δεν είναι χρήματα που προορίζονταν για πληρωμές σε στελέχη του ΟΤΕ, αλλά χρήμα προοριζόμενο για την πολιτική.
Συγκεκριμένα προκύπτει απ’ το αποδεικτικό υλικό:
Σύνοψη εξετάσεων μαρτύρων (DEBEVOISE & PLIMPTON LLP) αναφορικά με την καταβολή χρηματικών ενισχύσεων στα μεγάλα πολιτικά κόμματα.
Rainer Niedl (κατάθεση 17/12/2007)
«....τα κεφάλαια θα χρησιμοποιούνταν για την πραγματοποίηση πληρωμών σε πολιτικά κόμματα της Ελλάδας».
Kutschenreuter (κατάθεση 10,11/9/2007)
«....προκειμένου να καλυφθούν οι προεκλογικές ανάγκες των δύο μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων για τις βουλευτικές εκλογές που θα πραγματοποιούνταν εκείνη τη χρονιά».
« Ο Χριστοφοράκος είχε ήδη υποσχεθεί την πραγματοποίηση καταβολών στα κόμματα. Δήλωσε ότι ο Χριστοφοράκος του έδωσε την εντύπωση πως πρακτική της Siemens Ελλάδος ήταν η πραγματοποίηση πληρωμών και στα δύο μεγάλα κόμματα σε μια προσπάθεια να διασφαλίσει τη θέση της ανεξάρτητα από το πιο κόμμα θα κέρδιζε την εξουσία».
Siekaczek (κατάθεση 23,24,30/1/2008)
«Θυμόταν πως ο Χριστοφοράκος του είχε πει ότι τα χρήματα θα χρησιμοποιούνταν για τη πραγματοποίηση πληρωμών σε πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα».
Kutschenreuter ενώπιον της Εισαγγελίας Μονάχου στις 7-12-2006:
«....Μου είπε επίσης ότι με τα χρήματα αυτά θα χρηματοδοτούσε και τα δύο κόμματα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι σε κάθε περίπτωση και μετά τις εκλογές η Siemens θα εξακολουθήσει να έχει την εύνοια των πολιτικών. Απ’αυτά που έλεγε κατάλαβα ότι θα χρηματοδοτούσε τα δύο μεγάλα κόμματα που ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Ο κ. Siekaczek μπορεί ασφαλώς να πεί πόσα χρήματα έλαβε κατά τον χρόνο αυτό. Κατάλαβα αυτό που μου είπε, το έλαβα υπόψη και τον παρέπεμψα στον κ. Siekaczek. Κατόπιν αυτού ήταν σαφές ότι με τη στάση μου αυτή είχα δώσει βασικά το ΟΚ.»
Reiner Niedl
Στην από 23 Νοεμβρίου του 2007 κατάθεσή του σε σχετική ερώτηση απάντησε «... ο Χριστοφοράκος ουδέποτε απαίτησε από μένα χρήματα κατευθείαν. Γινόταν λόγος ότι χρειαζόταν χρήματα για τη χρηματοδότηση των κομμάτων στην Ελλάδα. Ο Χριστοφοράκος τροφοδοτούσε και τα δύο ελληνικά κόμματα με χρήματα...»
Κατηγορητήριο κατά Κ& Η κλπ
Με βάση το από 26-5-2009 κατηγορητήριο που συνέταξαν οι Γερμανικές Δικαστικές Αρχές κατά των Kutschenreuter, Hartmann και λοιπών γίνεται αναλυτική αναφορά των πληρωμών στα πολιτικά κόμματα στις οποίες προέβαινε ο κ. Χριστοφοράκος απ’ τη Siemens καθώς και η φύση αυτών των πληρωμών, οι οποίες συνιστούν ενισχύσεις εκλογικές σε πολιτικά κόμματα. (βλ. σχετικό 9 το από 26/5/09 υπ’ αριθμ. κατηγορητήριο Εισαγγελέα Μονάχου, απ’ τον δημοσιογράφο Τ. Τέλλογλου, κατόπιν σχετικού δημοσιεύματός του στην ΄΄ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ΄΄ , υπότιτλος «Πληρωμές Χριστοφοράκου», σελίδα 269).
Απ’ το επίσημο αυτό έγγραφο προκύπτει, πως οι αρμόδιες Γερμανικές Δικαστικές Αρχές έχουν υιοθετήσει τις παραπάνω καταθέσεις των μαρτύρων, για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα της SIEMENS στη χώρα μας.
Τέλος, o Μ. Χριστοφοράκος, μέσω του δικηγόρου του Stefan Kursawe, σε επίσημες δηλώσεις του, που επακολούθησαν την σύλληψή του στη Γερμανία, στις 25-6-2009, δηλώνει πλέον δημόσια, ότι ενίσχυε τα πολιτικά κόμματα.(σχετ. 4 εφημερίδα ΄΄ΤΑ ΝΕΑ΄΄). Το ίδιο, προκύπτει ξεκάθαρα απ’ το έγγραφο της δικογραφίας Αsservat 10300-5 που χειρογράφως ο Μ. Χριστοφοράκος δηλώνει πως το 2% πηγαίνει στα πολιτικά Κόμματα και κατ’ αυτό το τρόπο εξειδικεύει κί ερμηνεύει πλήρως το Ν.Φ 09222-1291 χειρόγραφο. Το τελευταίο χειρόγραφο απλώς υπολογίζει ποσοστό 2%, επί του τζίρου που αναφέρεται εκεί που πρέπει να αποδεσμεύσει η μητρική SIEMENS, για Κόμματα και δημόσιες σχέσεις, όπως φαίνεται να ζητάει ο Μ. Χριστοφοράκος με το ως άνω Asservat.
Πως λοιπόν, σ’ αντίθεση με όλα τα στοιχεία της δικογραφίας μπορεί να εκλαμβάνεται κάθε καταβολή ποσού στη Χώρα μας, ότι δήθεν έγινε μόνο υπέρ κάποιων υπαλλήλων του ΟΤΕ ;
Η υπόθεση SIEMENS δεν μπορεί να συρρικνωθεί στις σχέσεις της με τον ΟΤΕ.
Είναι πολύ βολικό για το κομματικό κατεστημένο για να’ ναι αληθινό.
Εγώ είμαι κατηγορούμενος ακριβώς γιατί κάποιοι αρνούνται ν’ αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες.
Τι γνωρίζει και πιστεύει το σύνολο των πολιτών, κυρίως δε οι γνωρίζοντες τη κομματική ζωή, ανάγλυφα προκύπτει, απ’ τα άρθρα (που δειγματοληπτικά προσκομίζω, στη πληθώρα αντίστοιχων δημοσιευμάτων), τριών εμπείρων πολιτικών αρθρογράφων, Ψυχάρη, Λυγερού, Παπαχελά στις εφημερίδες ΄΄ΒΗΜΑ΄΄ και ΄΄ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ΄΄ (σχετ. 5,6,7)
Ζ) Θεωρώ ότι παρέλκει ν’ ασχοληθώ με το νομικό μέρος των κατηγοριών ακόμη κι επικουρικά, καθ’ όσον οι κατηγορίες είναι αντικειμενικά ανυπόστατες.
Όπως προεκτέθηκε, η κατηγορία της συνέργιας σε δωροληψία αγνώστων προσώπων ΟΤΕ, είναι απολύτως αυθαίρετη και πρωτοφανώς αόριστη, ενώ αντίθετα υπάρχουν όλες οι πραγματικές και λογικές αποδείξεις, πως τα χρήματα πήγαν στον προορισμό τους, δηλαδή στο ταμείο του για την προεκλογική ενίσχυση του Κόμματος.
Ζήτησα την επανεξέταση των δυο μαρτύρων – αρμοδίων για τα οικονομικά εκείνης της εποχής, ελπίζοντας πως η συνείδησή τους και η παρουσία μου στην κατ’ αντιπαράσταση εξέτασή μας, θα συνέδραμε στη πλήρη εκκαθάριση των γεγονότων.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί, πως το ποσό του 1.000.000 DM προήλθε απ’ το επίσημο ταμείο της SIEMENS Γερμανίας, έτσι ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της νομιμότητας της προέλευσής του και μάλιστα εκταμιεύθηκε προ της ψηφίσεως κι εφαρμογής του νόμου του Γερμανικού Κοινοβουλίου για την ΄΄καταπολέμηση της διαφθοράς στο εξωτερικό΄΄ (15 Φεβρουαρίου ’99). Άρα ήταν πράξη νόμιμη.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως η κατάθεση έγινε σε υφιστάμενο λογαριασμό, επώνυμου προσώπου (Πιταούλη) κατ’ ευθείαν, δίχως να μεσολαβούν αποκρύψεις, μεθοδεύσεις, νεφελώδεις εταιρείες και ψευδώνυμοι λογαριασμοί.
Το γεγονός αυτό αποτελεί απόδειξη πως κανείς δεν ένοιωθε πως εμπλεκόταν σε παράνομες πράξεις, ούτε είχε την υποψία να μεταχειριστεί τεχνάσματα για να τις συσκοτίσει.
Αν αυτό το νόμιμο εταιρικό ποσό, που εκταμιεύθηκε απ’ το κεντρικό ταμείο της γερμανικής SIEMENS, όλως έμμεσα, προέρχονταν απ’ τον τζίρο των δραστηριοτήτων της θυγατρικής εταιρείας στην Ελλάδα και μάλιστα στα πλαίσια του 2%, που μητρική και θυγατρική εταιρείες είχαν συμφωνήσει να το διαθέτουν στα Κόμματα και στις δημόσιες σχέσεις τους γενικά, αυτό μπορεί κανείς να το υποθέτει σήμερα, αλλά δεν αξιολογείται ποινικά. Τούτο δε γιατί απ’ τη στιγμή που τα χρήματα εισήλθαν στο κεντρικό ταμείο της γερμανικής SIEMENS, ήταν ΄΄καθαρά ΄΄ εταιρικά χρήματα.
Η εικόνα εκείνης της εποχής ήταν ολοκληρωτικά διαφορετική- και σε ’κείνα τα χρονικά πλαίσια πρέπει να κριθεί η δική μου συμμετοχή..
Η πράξη μου, με στέρεη πιστεύω νομική ερμηνεία, συνιστούσε το αδίκημα της παράνομης χρηματοδότησης Κόμματος, παραγεγραμμένου ήδη ως πλημμελήματος, απ’ το έτος 2004.
Ακολούθως, εφ’ όσον κατά τ’ ανωτέρω δεν υπάρχει προηγηθείσα παράνομη πράξη (συνέργια σε δωροληψία), δεν συντρέχει και λόγος ΄΄ξεπλύματος΄΄, καθ’ όσον τούτο είναι μεταγενέστερο αδίκημα που παρακολουθεί την κύρια παράνομη πράξη του άρθρου 1 του ν. 2331/95. Δεν στοιχειοθετείται αποκομμένο.
Ούτε θα μπορούσε άλλωστε να εκλειφθεί ως ξέπλυμα, η χρηματοδότηση Κόμματος!
Απ’ τη πρώτη στιγμή που ξέσπασε η υπόθεση της SIEMENS, είπα την αλήθεια και ανέλαβα τις ευθύνες μου δημόσια.
Τούτο μ’ έφερε σε αντίθεση με το Κόμμα, που υπηρέτησα επί 30 χρόνια, αλλά ουδέποτε θα υπέτασσα τη προσωπική μου τιμή, σ’ αυτού του είδους τις κομματικές σκοπιμότητες συγκάλυψης της αλήθειας, για να τηρηθούν τα προσχήματα.
Αυτή είναι η αλήθεια και σ’ αυτήν ακουμπώ με τη βεβαιότητα πως η Δικαιοσύνη θα την αναγνωρίσει.
Με τιμή,
Αθήνα, 1-7-2009
Ο απολογούμενος''
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου